Αρχική

Το BeSafeNet αποτελεί εργαλείο ενδυνάμωσης της αντίληψης του κινδύνου ανάμεσα στους πολίτες.

Υποστηρίζεται από την Ευρω-Μεσογειακή Ανοικτή Μερική Συμφωνία του Συμβουλίου της Ευρώπης για την αντιμετώπιση Μεγάλων Καταστροφών.

Οι φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές προκαλούν μεγάλες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και οικονομικές ζημίες. Η πρόληψη πολλών από αυτών δεν είναι δυνατή, υπάρχει όμως τρόπος να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος καταστροφών με την ανταλλαγή έγκυρων και αξιόπιστων πληροφοριών, σε παγκόσμιο επίπεδο, σχετικά με τη φύση, τις αιτίες και τις συνέπειες φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών. Η ευρεία διάδοση τέτοιου είδους πληροφοριών θα βοηθήσει στη βέλτιστη κατανόηση των πιθανών κινδύνων και επομένως στην καλύτερη προστασία από τις καταστροφές.

Φυσικοί Κίνδυνοι

Οι φυσικοί κίνδυνοι ταξινομούνται συνήθως με βάση την αιτία τους και υποδιαιρούνται σε δύο κατηγορίες: Οι γεωλογικοί κίνδυνοι προκαλούνται από διεργασίες της γης είτε είναι εσωτερικές (ηφαιστειακές εκρήξεις και σεισμοί) είτε εξωτερικές (κατολισθήσεις). Τα τσουνάμι περιλαμβάνονται σε αυτούς τους κινδύνους καθώς προκαλούνται από τους υποθαλάσσιους σεισμούς και άλλα γεωλογικά φαινόμενα. Οι υδρομετεωρολογικοί κίνδυνοι είναι φαινόμενα που συνδέονται κατά το πλείστον με τον καιρό (π.χ. πλημμύρες, ξηρασία/απερήμωση, χιονοστιβάδες, τυφώνες/κύματα θύελλας και άνοδος της στάθμης της θάλασσας).

Τεχνολογικοί Κίνδυνοι

Ατυχήματα όπως αυτό στο Μποπάλ το 1984, στο Τσέρνομπιλ το 1986, στην Τουλούζη το 2001 ή στη Φουκουσίμα το 2011 καταδεικνύουν τον υψηλό κίνδυνο απελευθέρωσης επικίνδυνων υλικών στο περιβάλλον, τα οποία έχουν αρνητικές επιπτώσεις σε πολλούς ανθρώπους στην άμεση και την ευρύτερη περιοχή.

Τέτοιου είδους χημικές καταστροφές ή καταστροφές από διαρροή ακτινοβολίας, όπως επίσης και περιπτώσεις υποχώρησης φραγμάτων, προκαλούνται κυρίως από την ανθρώπινη δραστηριότητα και επομένως είναι πιο εύκολο να προβλεφθούν από ό,τι οι φυσικές καταστροφές.

Τρωτότητα

Η συχνότητα και η ένταση των φυσικών και τεχνολογικών κινδύνων σε συνδυασμό με την  τρωτότητα των πληττόμενων στοιχείων και της κοινωνίας είναι υπεύθυνες για τις αρνητικές επιπτώσεις του εν λόγω κινδύνου.  Κατά συνέπεια, η εκτίμηση της τρωτότητας είναι καθοριστική για τη μείωση των εν λόγω συνεπειών και του σχετικού κινδύνου.

Για την καλύτερη κατανόηση της έννοιας της τρωτότητας, είναι απαραίτητο να αναγνωριστεί ότι αυτή χρησιμοποιείται σήμερα από διάφορους επιστημονικούς κλάδους (π.χ. δομικούς, οικονομικούς, θεσμικούς ή κοινωνικούς) που τείνουν να δίνουν έμφαση σε διαφορετικούς παράγοντες στη μεθοδολογία τους για τη μέτρηση της τρωτότητας. Για παράδειγμα, οι κοινωνικοί επιστήμονες συχνά θεωρούν ότι η τρωτότητα είναι ενδεικτική εκείνων των κοινωνικοοικονομικών παραγόντων που επηρεάζουν την ικανότητα της κοινωνίας να αντιμετωπίσει το στρες ή τις αρνητικές αλλαγές (π.χ. επάγγελμα, εκπαίδευση, εισόδημα, πλούτος και τόπος διαμονής).